Λυρικά

Ο χιονοπόλεμος

Οι κρύσταλλοι κρεμόνταν στις ρουνιές,
θαρρώ πως ήταν μέσα του Φλεβάρη,
που μού ’πες παιχνιδιάρικα με χάρη:
«Μαζί μου βγες να παίξουμε χιονιές!»

Δρασκέλισα την πόρτα μου κι εγώ
και τίναξες το χέρι σου σφενδόνη
και μού ’ρθε κατακέφαλα το χιόνι
σε μέγεθος περίπου σαν…αυγό!

Χοντρή χιονιά με χέρι στιβαρό
σου γύρισα και με τρελή πορεία
ο σβόλος σου χαλά τη συμμετρία…
Στον κόρφο σου… τρία βυζιά μετρώ!!

Καθώς αναριγάς στην παγωνιά
τρύπωσα δίχως άργητα να βγάλω
το σβόλο του χιονιού κι άδραξα..τ’ άλλο!
Ευλογημένη ας είναι η χιονιά!

Λεκανοπέδιο

Μάιος μήνας
κι η φύση βάνει
γιορτής φουστάνι
πλην της Αθήνας!

Κάποιας αχτίνας
το φως δε φτάνει
στο γκρι λιμάνι
της Ελευσίνας!

Χαμένη χάρη
σε βλέπω μόνο
στο καλαντάρι

στον άσπρο τοίχο
και μ’ ένα πόνο
γράφω το στίχο!!

Ο μετεωρίτης

Πάνω της βραδιάς τ’ αστέρια
στέκουν φώτα κρεμασμένα
στη γιρλάντα την αιθέρια
κι αγναντεύει το καθένα

στ’ ουρανού την κατηφόρα
κάποιο αστέρι, που φλογάτο
έτρεξε τρελό και τώρα
ξεψυχάει παρακάτω!!

Νεκρή φύση

Χρυσαυγή ροδογελάστρα
απ’ την ανθισμένη γλάστρα
τριαντάφυλλα πορφύρα
μας μεθούσαν με τα μύρα!

Μα τ’ ανθρώπινα τα λάθια
τα κλωνάρια με τ’ αγκάθια
έκοψαν το μεσημέρι
κι ορφανέψανε τ’ αγέρι!

Τώρα σε κρυστάλλι βάζο
ποιος το ξέρει τι θαυμάζω;
Ίσως που με τ’ άρωμά τους
ευωδιάζουν τους θανάτους!

Ερωτικό

Το γυμνό κορμί σου
όπως έχει γύρει
άνθος όλο γύρη
μοιάζει παραδείσου.

Και σκορπούν Χριστέ μου
άνω, κάτω, γύρω,
του μαγιού το μύρο
οι πνοές του ανέμου.

Χάθηκα μαζί σου
κι οι γυμνές καμπύλες
άνοιξαν τις πύλες
μιας γλυκιάς αβύσσου.

Και τ’ απάρθενά του
αίματα το σώμα
δίνει του θανάτου
στης ζωής το στρώμα!

Το εγγόνι μου

Φυσάει δυνατός βοριάς, το καθετί μαργώνει,
ριπές-ριπές στης κάμαρας τα τζάμια η βροχή,
το εγγόνι μου στην αγκαλιά κρατώ, τη διαδοχή,
και της χαράς το δάκρυ μου στο πρόσωπο μ’ οργώνει!

Σιμά στο τζάκι τον κρατώ, για να μη μου παγώνει,
τα χεροπόδαρα κουνά ωσάν να πυγμαχεί
κι εγώ στέλνω στην Παναγιά θερμή μια προσευχή:
«Κάτω από τη σκέπη της να μου τον μεγαλώνει!»

Ξάφνου, αποκοιμήθηκε και γέρνει στο ’να πλάι
και από εικόνες όνειρου γλυκοχαμογελάει!
Με ποια γλυκοχαμογελά; Με ποια εικόνα; Βρέσ’ τη!

Μη βλέπει τον πατέρα του, τη μάνα, το νουνό του;
Κι όπως τον έχω αγκαλιά, σκυμμένος στο πλευρό του,
είπα: «Θα βλέπει το νουνό, που θα τον βγάλει…Ορέστη!»