Εύγε! Γιατί κατάφερες άνευ ενδοιασμού,
να ζεις την κάθε μέρα σου μες στη μακαριότητα,
πίνοντας το μεθυστικό ποτό του… εγωισμού,
που νάρκωσε τη σκέψη σου, ως την… ηλιθιότητα!
Πόσες φορές δεν έκλαψα σε κάθε μια κηδεία,
ακολουθώντας μια πομπή γνωστού μου νεκρική,
μα, δυστυχώς, δε δάκρυσα ποτέ - τι κοροϊδία! –
με των πολλών το θάνατο, που ’ναι… στατιστική!
Για τον άγνωστο στρατιώτη τα μνημεία
είναι διάσπαρτα στου κόσμου τα σημεία.
Μα τ’ ανθρώπου, σαν εσένα – σαν εμένα,
που μας ξέρουν, δεν εστήθηκε κανένα!
Άνθρωπε, σκέψου το καλά, πως ό,τι και να κάνεις,
την ευτυχία δε θα βρεις, όσο κι αν τη γυρεύεις,
γιατί δεν είναι ο σταθμός, όπου μια μέρα φτάνεις,
αλλά ο τρόπος, που κοιτάς, οσάκις ταξιδεύεις!